Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Δημόσια Διαβούλευση για τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς Περιβάλλοντος και της Ενέργειας (2014 - 2020)

Προς:
Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
Κύριο Γιάννη Μανιάτη
Μεσογείων 119, 101 92,  Αθήνα

Κοιν.
·         Υφυπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
Κύριο Ασημάκη Παπαγεωργίου
Μεσογείων 119, 101 92,  Αθήνα
·         ΡΑΕ
Πρόεδρο κ. Νίκο Βασιλάκο
Πειραιώς 132, Αθήνα 118 54
·         ΛΑΓΗΕ
Πρόεδρο & ΔΝΣ κ. Γκαρή
Κάστορος 72, Πειραιάς 185 45
·         Υπηρεσία Α.Π.Ε. Υ.Π.Ε.Κ.Α.
Μεσογείων 119, 101 92,  Αθήνα
Αθήνα, 25 Αυγούστου 2014


ΘΕΜΑ: Δημόσια Διαβούλευση για τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς Περιβάλλοντος και της Ενέργειας (2014 – 2020).


Αξιότιμε κε Υπουργέ,

Είναι κατ’ αρχήν θετικό, που βασική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επομένως και δική σας, αποτελεί η εύρυθμη και χωρίς στρεβλώσεις λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Είναι μια αρχή που υπερασπιστήκαμε με πάθος από ιδρύσεως της ένωσης μας γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως οι υπάρχουσες στρεβλώσεις και οι φανερές και κρυφές ενισχύσεις λειτουργούν εις βάρος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Στο συνημμένο παράρτημα θα βρείτε τις θέσεις μας που είναι ευθυγραμμισμένες με αυτές του ευρωπαϊκού αιολικού κλάδου.  Στην παρούσα επιστολή, επιθυμούμε να καταγράψουμε συνοπτικά και κωδικοποιημένα τις, ιδιαιτέρου ελληνικού ενδιαφέροντος, παρατηρήσεις μας:

α) Το κείμενο της ΓΔ Ανταγωνισμού αποτελεί μια, αμφίβολης νομιμότητας, παρέμβαση στις εθνικές πολιτικές των εκλεγμένων κυβερνήσεων. Είναι προφανές ότι η πολιτική βάση του είναι οι δήθεν «φιλελεύθερες» ιδεοληψίες μιας υπερεθνικής γραφειοκρατίας χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση τις οποίες, η γραφειοκρατία αυτή προσπαθεί να επιβάλει στα κράτη μέλη. Τέτοιου είδους συμπεριφορές έχουν οδηγήσει στην άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και στην οπισθοχώρηση του ευρωπαϊκού οράματος. Αποτελεί επομένως ευθύνη και χρέος των πολιτικών ηγεσιών και ειδικά αυτών της λεγόμενης ευρωπαϊκής περιφέρειας, όπως υμών, να αντιταχθούν με σθένος σε τέτοιες πολιτικές πρακτικές.
β)         Οι επι της ουσίας επιλογές της ΓΔ Ανταγωνισμού (κατάργηση των feed-in tariffs, διαγωνισμοί κλπ)  στρέφονται ευθέως ενάντια στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ειδικά στην Ελλάδα, θα οδηγήσουν σε αφελληνισμό του κλάδου αφού μόνο μεγάλες ξένες αιολικές εταιρείες ή καθετοποιημένες ενεργειακές επιχειρήσεις του εξωτερικού θα μπορούν να λειτουργήσουν στο πλαίσιο που καθορίζουν οι κατευθυντήριες οδηγίες.
Ουσιαστικά το δίλλημα που καλείστε εσείς, ως πολιτική ηγεσία της Ελλάδας, να απαντήσετε είναι η επιλογή ανάμεσα (ι) στην υπερσυγκέντρωση της αγοράς και στον έλεγχο του ενεργειακού παιχνιδιού από ολίγους ή (ιι) σε μια ανοιχτή ελεύθερη αγορά με πολλούς, Έλληνες και ξένους, παίκτες. Το αντεπιχείρημα που υπονοείται από όλα τα κείμενα των υποστηρικτών της πρώτης επιλογής είναι η μείωση του κόστους για τον καταναλωτή, αφού οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να λειτουργούν με χαμηλά περιθώρια κέρδους. Η αντ-απάντηση σε ένα τέτοιο επιχείρημα είναι ασφαλώς πολιτική: (ι) η φαλκίδευση του ανταγωνισμού και οι ολιγοπωλειακές καταστάσεις οδηγούν μακροπρόθεσμα σε άνοδο των τιμών, (ιι) ένα καλοσχεδιασμένο σύστημα feed-in tariff είναι σαφώς φθηνότερο για τον καταναλωτή και αποτελεσματικότερο για την ανάπτυξη όπως έχουν καταδείξει η εμπειρία και οι μελέτες της Επιτροπής και (ιιι) η εθνική ανεξαρτησία στην ενεργειακή πολιτική είναι ανεκτίμητη.
γ) Υπό το φως των ανωτέρω, η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να κινηθεί σε δύο παράλληλα και ταυτόχρονα επίπεδα: (ι) να απορρίψει πολιτικά την ουσία των ρυθμίσεων της ΓΔ Ανταγωνισμού και κυρίως τον τρόπο και το χρονοδιάγραμμα που αποπειράται να επιβληθούν και (ιι) να συγκροτήσει άμεσα μια ομάδα εργασίας, με συμμετοχή αυτή τη φορά του κλάδου, η οποία θα επεξεργαστεί ένα θεσμικό πλαίσιο υποστήριξης των Α.Π.Ε. που θα ενσωματώνει όσα θετικά ή αναγκαία περιέχονται στο κείμενο της Επιτροπής. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, όπως πολλές φορές η ΕΛΕΤΑΕΝ έχει πει, η διαδικασία μετάβασης σε μηχανισμούς υποστήριξης που στηρίζονται στην αγορά είναι αναπόφευκτη. Το ζήτημα είναι αυτό να γίνει με προσοχή και μελέτη, και κυρίως σταδιακά σύμφωνα με τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά της αγοράς μας. Φυσικά, προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η ουσιαστική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας συνολικά.

Όμως, η επίτευξη μια πλήρως ανταγωνιστικής αγοράς χωρίς ενίσχυση σε κανένα κλάδο απαιτεί δυο βασικές απόλυτα καθοριστικές ρυθμίσεις:

Πρώτον την πλήρη ενσωμάτωση του λεγόμενου εξωτερικού κόστους στον υπολογισμό του κόστους των πηγών ενέργειας. Αυτό αποτελεί απαραίτητη και ουσιαστική προϋπόθεση επίτευξης ισότιμων όρων ανταγωνισμού, μεταξύ Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ορυκτών καυσίμων, ιδιαίτερα τώρα που στο κόστος αυτό πέραν της καταστροφής του άμεσου περιβάλλοντος και της πρόκλησης βλαβών στην υγεία των κατοίκων από την καύση ορυκτών καυσίμων που πάντοτε ίσχυε, πρέπει αναμφίβολα να συνυπολογιστεί το κόστος των κλιματικών καταστροφών για τις όποιες όλοι πλέον συνομολογούν πως ευθύνονται τα ορυκτά καύσιμα. Πιστεύουμε πως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ασφαλιστικών Εταιρειών θα μπορούσε να συνδράμει την Ε.Ε. στον ρεαλιστικό και ακριβή υπολογισμό αυτού του κόστους. Φανταζόμαστε συμφωνείτε μαζί μας, ότι ο Μηχανισμός Εμπορίας Ρύπων απεδείχθη κατώτερος των αρχικών προσδοκιών, ως προς αυτό το σημείο.
  
Δεύτερον η οριστική άρση όλων των κρυφών και φανερών ενισχύσεων προς τα ορυκτά καύσιμα[i]. Πιστεύουμε πως γνωρίζετε καλύτερα από εμάς τα στοιχεία τα οποία έχουν έρθει στη δημοσιότητα από την κα Λαγκάρντ του ΔΝΤ[ii] και τον κ. Μπιρόλ της ΙΕΑ[iii]. Σύμφωνα με υπολογισμούς του ευρωπαϊκού αιολικού κλάδου, αυτές οι ενισχύσεις ισοδυναμούν με ενίσχυση 6 ευρώ για κάθε 1 ευρώ που πηγαίνει στις ΑΠΕ μέσω των γνωστών μηχανισμών υποστήριξης (Feed in tariffs). 

Οποιαδήποτε προσπάθεια πλήρους αποκατάστασης ισότιμων όρων ανταγωνισμού που θα αγνοήσει τα ανωτέρω θα είναι κενό γράμμα και ουσιαστικά θα στρέφεται εναντίον της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Τέλος θα πρέπει να υπενθυμίσουμε κύριε Υπουργέ, πως για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας απαιτούνται σαφείς, δεσμευτικοί και φιλόδοξοι στόχοι για το 2030, κάτι που μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποτύχει να θεσπίσει.

Με δεδομένα τα οφέλη από την ανάπτυξη των ΑΠΕ για την ευρωπαϊκή οικονομία, για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ και για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, δεν κατανοούμε τη δυστοκία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προσδοκούμε στις καλές σας υπηρεσίες στα πλαίσια των συμβουλίων Υπουργών Ενέργειας και Περιβάλλοντος προς το σκοπό αυτό.

Κύριε Υπουργέ, παραμένουμε στη διάθεση σας να αναπτύξουμε και προφορικά τις θέσεις μας

με εκτίμηση,


Δρ. Ιωάννης Τσιπουρίδης
Πρόεδρος Δ.Σ.
Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας – ΕΛΕΤΑΕΝ
Εκδότης Ανεμολογίων